Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Γράμματα σε μια Νέα Γυναίκα

Γράμματα σε μια Νέα Γυναίκα
Αγαπημένη μου - να που βρήκα την κατάλληλη προσφώνηση σ’ αυτά τα παθητικά κρυφομιλήματα -.
Σας έχω συναντήσει σ’ όλες τις προηγούμενες ζωές μου, όλους τους περασμένους αιώνες. Στη Βερόνα, στο κατάστρωμα ενός πλοίου, στις σελίδες του Ethica seu scito te ipsum, στο Ασμα Ασμάτων.
Μ’ αυτόν το Αρχαίο Πτερνιστή τον Χρόνο, αναμετρήθηκα σαν ίσος προς ίσο. Έγινα, προς χάρη σας, ποιητής για να διαφιλονικήσω μαζί του. Για μην σας εγκαταλείψω στη σκόνη του Καιρού. Για να ξορκίσω τον βραχνά της φθοράς με τις στροφές μου.
Δεν ήταν ο βάρδος του Avon που τον φοβέριζε. Εγώ ήμουν.
Devouring Time, blunt thou the lion's paws,
And make the earth devour her own sweet brood;
Pluck the keen teeth from the fierce tiger's jaws,
And burn the long-lived phoenix in her blood;
Make glad and sorry seasons as thou fleets,
And do whate'er thou wilt, swift-footed Time,
To the wide world and all her fading sweets;
But I forbid thee one most heinous crime:
O, carve not with thy hours my love's fair brow,
Nor draw no lines there with thine antique pen;
Him in thy course untainted do allow
For beauty's pattern to succeeding men.
Yet, do thy worst, old Time: despite thy wrong,
My love shall in my verse ever live young.
Άπληστε Χρόνε, στόμωσε του λιονταριού τ’ ακόνια,
Άφησε τη γης να κατατρώγει κάθε γλυκό της θρέμμα·
Μάδησε τα δόντια τ’ αιχμηρά απ’ του θεριού τα φονικά σαγόνια,
Και κάψε το αιώνιο πουλί, το Φοίνικα, με το δικό του αίμα.
Φέρε εποχές χαρούμενες και θλιβερές καθώς κινείσαι,
Κι ότι μπορείς μαράζωσε με το γοργό σου βήμα∙
Το κόσμο τον απέραντο με τις φθαρμένες χάρες σβήσε.
Σου απαγορεύω όμως το πιο φρικτό σου κρίμα:
Της αγάπης μου την ακριβή θωριά, με τις ώρες σου, δεν θα χαράξεις ∙
Αυλακιές με την αρχαία πένα σου μη σκάψεις∙
Αλώβητη τη νιότη άφησε, μη την χαλάσεις∙
Για τους άντρες πούρχονται την ομορφιά της να φυλάξεις.
Μι κι αν ακόμα το θλιβερό σου έγκλημα προφτάσεις, άχρηστο θα γένει.
Η Αγάπη μου, στου στίχους μου, νέα και άφθαρτη για πάντα μένει.
Παρακαλώ συγχωρέσατε με για την κακή απόδοση του σονέτου. Απέχω πολύ από το γίνει ο λόγος μου γνήσια ποιητικός. 
Σας εύχομαι ο Νέος Χρόνος να σας οδηγήσει μακριά από νυσταγμένα λιμάνια. Να ανοίξετε πανιά για τα νησιά του Νότου. Σαν τους θαλασσοπόρους, που μια πατρίδα αφήνοντας - εύρισκαν έναν κόσμο.
Shakespeare's Sonnet 19. Και για την Αντιγραφή

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ξόδεψαν όλη τους τη ζωή καμαρώνοντας για τα πάθη τους

Ηeroes. Victims. Gods and human beings. All throwing shapes, every one of them Convinced he's in the right, all of them glad To repeat themselves and their every last mistake, No matter what. People so deep into Their own self-pity self-pity buoys them up. People so staunch and true, they're fixated, Shining with self-regard like polished stones. And their whole life spent admiring themselves For their own long-suffering. Licking their wounds And flashing them around like decorations (pp. 1-2). ... Human beings suffer, they torture one another, they get hurt and get hard. No poem or play or songcan fully right a wrong inflicted or endured. … History says, Don't hope on this side of the grave. But then, once in a lifetime the longed for tidal wave of justice can rise up, and hope and history rhyme (p.77). … Ήρωες και θύματα συνάμα. Θεοί ίδιοι με ανθρώπινα πλάσματα. Παραδαρμένες φιγούρες και ο καθένας να πιστεύει πως το δίκιο με το μέρος τ

Η ζωή του ανθρώπου είναι καμωμένη από καιρούς

Σκέψη του παροδικού που σε παραλύει. Σπίτια, θάνατοι, χωρισμοί. Η ζωή του ανθρώπου είναι καμωμένη από καιρούς: καιρός να σπείρεις, καιρός να θερίσεις, καιρός της θλίψης, καιρός της χαράς, καιρός της αγάπης, καιρός της μοναξιάς. Αν το σκεφτείς έτσι, θα μπορέσεις και στη χαμηλότερη στιγμή να στηριχτείς, γιατί κι αυτή θα ανήκει σ’ έναν από τους καιρούς της ζωής σου. Πηγή: Γιώργος Σεφέρης (1977). Μέρες Γ΄, 1934-1940. Αθήνα: Ίκαρος.

Η Κυριακή του Παραλύτου

5:1 μετα ταυτα ην εορτη των ιουδαιων και ανεβη ο ιησους εις ιεροσολυμα 5:2 εστιν δε εν τοις ιεροσολυμοις επι τη προβατικη κολυμβηθρα η επιλεγομενη εβραιστι βηθεσδα πεντε στοας εχουσα 5:3 εν ταυταις κατεκειτο πληθος πολυ των ασθενουντων τυφλων χωλων ξηρων εκδεχομενων την του υδατος κινησιν 5:4 αγγελος γαρ κατα καιρον κατεβαινεν εν τη κολυμβηθρα και εταρασσεν το υδωρ ο ουν πρωτος εμβας μετα την ταραχην του υδατος υγιης εγινετο ω δηποτε κατειχετο νοσηματι 5:5 ην δε τις ανθρωπος εκει τριακοντα και οκτω ετη εχων εν τη ασθενεια 5:6 τουτον ιδων ο ιησους κατακειμενον και γνους οτι πολυν ηδη χρονον (1) εχει λεγει αυτω θελεις υγιης γενεσθαι (2) 5:7 απεκριθη αυτω ο ασθενων κυριε ανθρωπον ουκ εχω ινα οταν ταραχθη το υδωρ βαλλη με εις την κολυμβηθραν (3) εν ω δε ερχομαι εγω αλλος προ εμου καταβαινει (4) 5:8 λεγει αυτω ο ιησους εγειραι αρον τον κραββατον σου και περιπατει 5:9 και ευθεως εγενετο υγιης ο ανθρωπος και ηρεν τον κραββατον αυτου και περιεπατει ην δε σαββατον εν εκεινη τη ημ