Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Η Προσευχή του Αγίου Φραγκίσκου


Seigneur, fais de moi un instrument de ta paix,
Là où est la haine, que je mette l'amour.
Là où est l'offense, que je mette le pardon.
Là où est la discorde, que je mette l'union.
Là où est l'erreur, que je mette la vérité.
Là où est le doute, que je mette la foi.
Là où est le désespoir, que je mette l'espérance.
Là où sont les ténèbres, que je mette la lumière.
Là où est la tristesse, que je mette la joie.

O Seigneur, que je ne cherche pas tant à
être consolé qu'à consoler,
à être compris qu'à comprendre,
à être aimé qu'à aimer.

Car c'est en se donnant qu'on reçoit,
c'est en s'oubliant qu'on se retrouve,
c'est en pardonnant qu'on est pardonné,
c'est en mourant qu'on ressuscite à l'éternelle vie.

Κύριε, κάνε με όργανο της γαλήνης Σου
Να σπείρω
όπου υπάρχει μίσος, την αγάπη
όπου υπάρχει προσβολή, τη συγχώρεση
όπου υπάρχει αταξία, την ενότητα
όπου υπάρχει το λάθος, την αλήθεια
όπου υπάρχει αμφιβολία, την πίστη
όπου υπάρχει απελπισία, την ελπίδα
όπου υπάρχει σκοτάδι, το φως
όπου υπάρχει λύπη, τη χαρά.

Ω Κύριε, να μην αναζητώ
την παρηγοριά, αλλά να παρηγορώ,
ούτε την κατανόηση, αλλά να κατανοώ
μήτε την αγάπη, αλλά ν’ αγαπώ

γιατί δίνοντας κανείς, παίρνει
ξεχνώντας τον εαυτό του, βρίσκει
συγχωρώντας, τον συγχωρούν
και έτσι πεθαίνοντας, ξαναγεννιόμαστε στην Αιώνια Ζωή.


Πηγή: ”Prière de Saint-François d'Assise”
  • Η “Προσευχή του Αγίου Φραγκίσκου” αποδίδεται στον Άγιο, ωστόσο προδημοσιεύτηκε ανώνυμα στο περιοδικό “La Clochette” – “Η καμπανίτσα” - , το 1912.
  • Μία διασκευή της βρίσκεται στο Κεφ. 11, σελ. 99 του βιβλίου "Twelve Steps and Twelve Traditions", που εκδίδεται από τους Ανώνυμους Αλκοολικούς.
  • Η μετάφραση είναι δική μου από αγγλικό κείμενο

    Σχόλια

    Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

    Ξόδεψαν όλη τους τη ζωή καμαρώνοντας για τα πάθη τους

    Ηeroes. Victims. Gods and human beings. All throwing shapes, every one of them Convinced he's in the right, all of them glad To repeat themselves and their every last mistake, No matter what. People so deep into Their own self-pity self-pity buoys them up. People so staunch and true, they're fixated, Shining with self-regard like polished stones. And their whole life spent admiring themselves For their own long-suffering. Licking their wounds And flashing them around like decorations (pp. 1-2). ... Human beings suffer, they torture one another, they get hurt and get hard. No poem or play or songcan fully right a wrong inflicted or endured. … History says, Don't hope on this side of the grave. But then, once in a lifetime the longed for tidal wave of justice can rise up, and hope and history rhyme (p.77). … Ήρωες και θύματα συνάμα. Θεοί ίδιοι με ανθρώπινα πλάσματα. Παραδαρμένες φιγούρες και ο καθένας να πιστεύει πως το δίκιο με το μέρος τ...

    Η ζωή του ανθρώπου είναι καμωμένη από καιρούς

    Σκέψη του παροδικού που σε παραλύει. Σπίτια, θάνατοι, χωρισμοί. Η ζωή του ανθρώπου είναι καμωμένη από καιρούς: καιρός να σπείρεις, καιρός να θερίσεις, καιρός της θλίψης, καιρός της χαράς, καιρός της αγάπης, καιρός της μοναξιάς. Αν το σκεφτείς έτσι, θα μπορέσεις και στη χαμηλότερη στιγμή να στηριχτείς, γιατί κι αυτή θα ανήκει σ’ έναν από τους καιρούς της ζωής σου. Πηγή: Γιώργος Σεφέρης (1977). Μέρες Γ΄, 1934-1940. Αθήνα: Ίκαρος.

    Γράμματα σε μια Νέα Γυναίκα

    Γράμματα σε μια Νέα Γυναίκα Αγαπημένη μου - να που βρήκα την κατάλληλη προσφώνηση σ’ αυτά τα παθητικά κρυφομιλήματα -. Σας έχω συναντήσει σ’ όλες τις προηγούμενες ζωές μου, όλους τους περασμένους αιώνες. Στη Βερόνα, στο κατάστρωμα ενός πλοίου, στις σελίδες του Ethica seu scito te ipsum, στο Ασμα Ασμάτων. Μ’ αυτόν το Αρχαίο Πτερνιστή τον Χρόνο, αναμετρήθηκα σαν ίσος προς ίσο. Έγινα, προς χάρη σας, ποιητής για να διαφιλονικήσω μαζί του. Για μην σας εγκαταλείψω στη σκόνη  του Καιρού. Για να ξορκίσω τον βραχνά της φθοράς με τις στροφές μου. Δεν ήταν ο βάρδος του Avon που τον φοβέριζε. Εγώ ήμουν. Devouring Time, blunt thou the lion's paws, And make the earth devour her own sweet brood; Pluck the keen teeth from the fierce tiger's jaws, And burn the long-lived phoenix in her blood; Make glad and sorry seasons as thou fleets, And do whate'er thou wilt, swift-footed Time, To the wide world and all her fading sweets; But I forbid thee one most heinous crime: O, car...