Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Χαρακτήρες, V

Γυρίζοντας στο σπίτι, αργά, έμαθα πως ο Τολστόη, που τον είχε σταματήσει μεσοδρομίς η αρρώστια, μετά την αναχώρηση του από την Γιασνάγια Πολιάνα, είχε πεθάνει στο σταθμό του Αστάποβο και πως ο πατέρας μου είχε κληθεί τηλεγραφικά να πάει εκεί…
…Στην κάμαρα κειτόταν ένα βουνό σαν το Ελμπρούζ κ’ η Σοφία Αντρέγιεβνα δεν ήξερε πως ήταν ένας από τους μεγάλους βράχους του. Ένα σύννεφο βροχερό, μεγάλο ίσαμε τον μισό ουρανό γέμιζε το δωμάτιο, κι εκείνη δεν ήξερε πως ήταν μια αστραπή αυτού του σύννεφου…
….Αν έπρεπε να πάρουμε από κάθε συγγραφέα μια και μόνη αρετή, τι θα λέγαμε για τον Τολστόη για να τον χαρακτηρίσουμε με μία μονοκοντυλιά;
Η πρώτη αρετή αυτού του μοραλίστα, αυτού του ισοπεδωτή κι αυτού του κήρυκα μιας νομιμότητας που θα κυβερνούσε όλο τον κόσμο χωρίς αναιρέσεις κι εξαιρέσεις, ήταν μια πρωτοτυπία δίχως ταίρι, που άγγιζε το παράδοξο.
Σε κάθε λεπτό της ζωής του, είχε την ικανότητα να βλέπει τα πράγματα στην μοναδική και οριστική τους ιδιότητα που αποκτούσαν σε μια ξεχωριστή στιγμή, να τα βλέπει σε βάθος κι ανάγλυφα, όπως τα βλέπουμε, πολύ σπάνια, στα παιδικά μας χρόνια ή στην κορφή μιας ευτυχίας που ανανεώνει τα πάντα, εκ βάθρων, ή μεσ’ τον θρίαμβο μιας μεγάλης πνευματικής νίκης.
Για να δούμε μ’ αυτόν τον τρόπο, πρέπει το μάτι μας να κατευθύνεται από το πάθος. Μόνο το πάθος φωτίζει το αντικείμενο του, εντείνοντας την ορατότητα του.
Αυτό το πάθος, το πάθος της δημιουργικής θεώρησης, ο Τολστόη το είχε αδιάκοπα μέσα του. Στο φως ακριβώς αυτού του πάθους είδε όλα τα πρόσωπα στην πρώτη τους φρεσκάδα, μ’ ένα βλέμμα καινούργιο, σαν νάταν η πρώτη φορά…

Πηγή: Απόσπασμα απ’ το «Δοκίμιο αυτοβιογραφίας» του Μπόρις Πάστερνακ

  • Ο συγγραφέας του «Δόκτορος Ζιβάγκο» περιγράφει τις εντυπώσεις του απ’ τον μεγάλο νεκρό.
  • Ο πατέρας του Πάστερνακ, γνωστός ζωγράφος της εποχής, είχε εικονογραφήσει έργα του Τολστόη.
  • Η μετάφραση είναι του Τάκη Μπάρλα

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ανάμεσα στο Καλό και το Κακό

136. Der Eine sucht einen Geburtshelfer für seine Gedanken, der Andre Einen, dem er helfen kann: so entsteht ein gutes Gesprüch. Ο ένας ψάχνει μια μαμμή για τις σκέψεις του, ό άλλος κάποιον τον οποίο μπορεί να βοηθήσει: έτσι γεννιέται μια καλή κουβέντα. 125. Wenn wir über Jemanden umlernen müssen, so rechnen wir ihm die Unbequemlichkeit hart an, die er uns damit macht. Όταν πρέπει ν’ αλλάξουμε τη γνώμη μας για κάποιον, του καταλογίζουμε βαριά το ξεβόλεμα που μας προκαλεί. 98. Wenn man sein Gewissen dressirt, so k ü sst es uns zugleich, indem es beisst. Όταν γυμνάσει κανείς τη συνείδηση του, αυτή μας φυλάει την ίδια στιγμή που μας δαγκώνει. 68. "Das habe ich gethan" sagt mein Ged ä chtniss. Das kann ich nicht gethan haben - sagt mein Stolz und bleibt unerbittlich. Endlich - giebt das Ged ä chtniss nach. «Αυτό έκανα» λέει η μνήμη μου. «Δεν μπορεί να το έκανα αυτό» - λέει η περηφάνια μου και παραμένει άτεγκτη. Στο τέλος – μνήμη υποχωρεί. Πηγή : Spr ä che und Zwischensp

Ποίηση και Συμβουλευτική ΙΙ

Αν να κρατάς καλά μπορείς το λογικό σου, όταν τριγύρω σου όλοι τα ‘χουν χαμένα και σ’ εσέ της ταραχής τους ρίχνουν την αιτία. Αν να εμπιστεύεσαι μπορείς το ίδιο τον εαυτό σου όταν ο κόσμος δεν σε πιστεύει κι αν μπορείς να του σχωρνάς αυτή τη δυσπιστία. Να περιμένεις αν μπορείς δίχως να χάνεις την υπομονή σου, κι αν άλλοι σε συκοφαντούν να μην καταδεχτείς ποτέ το ψέμα, κι αν σε μισούν, εσύ ποτέ σε μίσος ταπεινό να μην ξεπέσεις, μα να μην κάνεις τον καλό ή τον πολύ σοφό στα λόγια. Αν να ονειρεύεσαι μπορείς και να μην είσαι δούλος των ονείρων, αν να στοχάζεσαι μπορείς δίχως να γίνει ο στοχασμός σκοπός σου, αν αντικρίζεις σου βαστά το θρίαμβο και τη συμφορά παρόμοια κι όμοια να φέρνεσαι σ’ αυτούς τους δύο τυραννικούς απατεώνες, αν σου βαστά η ψυχή ν’ ακούς όποιαν αλήθεια εσύ είχες ειπωμένη παραλλαγμένη απ’ τους κακούς, για ‘ναι για τους άμυαλους παγίδα η συντριμμένα να θωρείς όσα σου ‘χουν ρουφήξει τη ζωή σου και πάλι να ξαναρχινάς να κτίζεις μ’ εργαλεία να ‘ναι φθαρμένα. Αν όσα απόκτησε

Ξόδεψαν όλη τους τη ζωή καμαρώνοντας για τα πάθη τους

Ηeroes. Victims. Gods and human beings. All throwing shapes, every one of them Convinced he's in the right, all of them glad To repeat themselves and their every last mistake, No matter what. People so deep into Their own self-pity self-pity buoys them up. People so staunch and true, they're fixated, Shining with self-regard like polished stones. And their whole life spent admiring themselves For their own long-suffering. Licking their wounds And flashing them around like decorations (pp. 1-2). ... Human beings suffer, they torture one another, they get hurt and get hard. No poem or play or songcan fully right a wrong inflicted or endured. … History says, Don't hope on this side of the grave. But then, once in a lifetime the longed for tidal wave of justice can rise up, and hope and history rhyme (p.77). … Ήρωες και θύματα συνάμα. Θεοί ίδιοι με ανθρώπινα πλάσματα. Παραδαρμένες φιγούρες και ο καθένας να πιστεύει πως το δίκιο με το μέρος τ