Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Συναισθήματα, X

"At a certain point, I bumped into Suzanne Vaillancourt, who was the wife of a friend of mine, they were a stunning couple around Montreal at the time, physically stunning, both of them, a handsome man and woman, everyone was in love with Suzanne Vaillancourt, and every woman was in love with Armand Vaillancourt. But there was no... well, there was thought, but there was no possibility, one would not allow oneself to think of toiling at the seduction of Armand Vaillancourt's wife. First of all he was a friend, and second of all as a couple they were inviolate, you just didn't intrude into that kind of shared glory that they manifested. I bumped into her one evening, and she invited me down to her place near the river. She had a loft, at a time when lofts were... the word wasn't used. She had a space in a warehouse down there, and she invited me down, and I went with her, and she served me Constant Comment tea, which has little bits of oranges in it. And the boats were going by, and I touched her perfect body with my mind, because there was no other opportunity. There was no other way that you could touch her perfect body under those circumstances. So she provided the name in the song."

«Ετυχε κάποια μέρα να πετύχω στους δρόμους του Montreal την υπέροχη Suzanne Vaillancourt, σύζυγο ενός πολύ καλού φίλου που είχα. Οι δυο τους θεωρούνταν ένα εκθαμβωτικό ζευγάρι στο τότε Montreal. Ολοι οι άντρες ήταν ερωτευμένοι με την πανέμορφη Suzanne Vaillancourt και όλες οι γυναίκες ήταν ερωτευμένες με τον ελκυστικό Armand Vaillancourt. Από τη μεριά μου δεν υπήρξε ποτέ η παραμικρή σκέψη ότι θα μπορούσα να φλερτάρω ή να αποπλανήσω μια τέτοια γυναίκα. Κατ' αρχάς ήταν παντρεμένη με έναν πραγματικό φίλο και έπειτα, βλέποντας τους δυο ως ζευγάρι, καταλάβαινες πόσο απόλυτα αχώριστοι ήταν και πόσο αδύνατο θα ήταν για κάποιον να εισχωρήσει ανάμεσά τους. Πέτυχα, λοιπόν, την Suzanne στη διάρκεια ενός απογεύματος και ευθύς με προσκάλεσε στο σπίτι της που βρισκόταν "κοντά στο ποτάμι", όπως αναφέρω και στο τραγούδι. Μου σέρβιρε τσάι "Constant Comment", το οποίο περιείχε μικρά κομμάτια από πορτοκάλι. Και καθώς τα πλοία διέσχιζαν ήρεμα τον ποταμό που απλωνόταν μπροστά μας, εγώ άγγιζα το τέλειο σώμα της με το μυαλό μου. Οι στιγμές εκείνου του απογεύματος και το όνομα της Suzanne χώρεσαν χρόνια αργότερα στο τραγούδι μου».

Πηγή: BBC Radio Interview : Leonard Cohen ©1994 BBC Radio

Κάντε κλικ εδώ για να ακούσετε το τραγούδι. Οι στίχοι είναι ενσωματωμένοι και θα τους δείτε εαν "παίξετε" το τραγούδι με το Windows Media Player

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ανάμεσα στο Καλό και το Κακό

136. Der Eine sucht einen Geburtshelfer für seine Gedanken, der Andre Einen, dem er helfen kann: so entsteht ein gutes Gesprüch. Ο ένας ψάχνει μια μαμμή για τις σκέψεις του, ό άλλος κάποιον τον οποίο μπορεί να βοηθήσει: έτσι γεννιέται μια καλή κουβέντα. 125. Wenn wir über Jemanden umlernen müssen, so rechnen wir ihm die Unbequemlichkeit hart an, die er uns damit macht. Όταν πρέπει ν’ αλλάξουμε τη γνώμη μας για κάποιον, του καταλογίζουμε βαριά το ξεβόλεμα που μας προκαλεί. 98. Wenn man sein Gewissen dressirt, so k ü sst es uns zugleich, indem es beisst. Όταν γυμνάσει κανείς τη συνείδηση του, αυτή μας φυλάει την ίδια στιγμή που μας δαγκώνει. 68. "Das habe ich gethan" sagt mein Ged ä chtniss. Das kann ich nicht gethan haben - sagt mein Stolz und bleibt unerbittlich. Endlich - giebt das Ged ä chtniss nach. «Αυτό έκανα» λέει η μνήμη μου. «Δεν μπορεί να το έκανα αυτό» - λέει η περηφάνια μου και παραμένει άτεγκτη. Στο τέλος – μνήμη υποχωρεί. Πηγή : Spr ä che und Zwischensp

Ποίηση και Συμβουλευτική ΙΙ

Αν να κρατάς καλά μπορείς το λογικό σου, όταν τριγύρω σου όλοι τα ‘χουν χαμένα και σ’ εσέ της ταραχής τους ρίχνουν την αιτία. Αν να εμπιστεύεσαι μπορείς το ίδιο τον εαυτό σου όταν ο κόσμος δεν σε πιστεύει κι αν μπορείς να του σχωρνάς αυτή τη δυσπιστία. Να περιμένεις αν μπορείς δίχως να χάνεις την υπομονή σου, κι αν άλλοι σε συκοφαντούν να μην καταδεχτείς ποτέ το ψέμα, κι αν σε μισούν, εσύ ποτέ σε μίσος ταπεινό να μην ξεπέσεις, μα να μην κάνεις τον καλό ή τον πολύ σοφό στα λόγια. Αν να ονειρεύεσαι μπορείς και να μην είσαι δούλος των ονείρων, αν να στοχάζεσαι μπορείς δίχως να γίνει ο στοχασμός σκοπός σου, αν αντικρίζεις σου βαστά το θρίαμβο και τη συμφορά παρόμοια κι όμοια να φέρνεσαι σ’ αυτούς τους δύο τυραννικούς απατεώνες, αν σου βαστά η ψυχή ν’ ακούς όποιαν αλήθεια εσύ είχες ειπωμένη παραλλαγμένη απ’ τους κακούς, για ‘ναι για τους άμυαλους παγίδα η συντριμμένα να θωρείς όσα σου ‘χουν ρουφήξει τη ζωή σου και πάλι να ξαναρχινάς να κτίζεις μ’ εργαλεία να ‘ναι φθαρμένα. Αν όσα απόκτησε

Ξόδεψαν όλη τους τη ζωή καμαρώνοντας για τα πάθη τους

Ηeroes. Victims. Gods and human beings. All throwing shapes, every one of them Convinced he's in the right, all of them glad To repeat themselves and their every last mistake, No matter what. People so deep into Their own self-pity self-pity buoys them up. People so staunch and true, they're fixated, Shining with self-regard like polished stones. And their whole life spent admiring themselves For their own long-suffering. Licking their wounds And flashing them around like decorations (pp. 1-2). ... Human beings suffer, they torture one another, they get hurt and get hard. No poem or play or songcan fully right a wrong inflicted or endured. … History says, Don't hope on this side of the grave. But then, once in a lifetime the longed for tidal wave of justice can rise up, and hope and history rhyme (p.77). … Ήρωες και θύματα συνάμα. Θεοί ίδιοι με ανθρώπινα πλάσματα. Παραδαρμένες φιγούρες και ο καθένας να πιστεύει πως το δίκιο με το μέρος τ